Στοές
Ένας κύριος μέγαλος σε ηλικία μπαίνει στη στοά βιαστικός. Τρέχω και τον πλησίαζω. Στην αρχή δίσταζει . Αφού τον πείθω ότι θέλω απλά να του διαβάσω ένα κείμενο καθώς περπατάει και τίποτε άλλο, δέχεται. Του διαβάζω το κείμενο:
¨Πιστεύω, ότι δεν μπορώ να διατηρήσω την υγεία και το πνεύμα μου, χωρίς να περιπλανηθώ τουλάχιστον τέσσερις ώρες την ημέρα, και συνήθως πολύ περισσότερο, στα δάση, στους λόφους, στους αγρούς, τελείως απαλλαγμένος από κάθε εγκόσμια υποχρέωση. Μπορεί να πείτε εκ του ασφαλούς, « Δεκάρα δεν δίνω, για αυτά που σκέπτεσαι» ή «δίνω τα πλούτη, όλου του κόσμου». Όταν αναλογίζομαι, αυτόν τον τεχνίτη και τον μαγαζάτορα, που κάθονται στο μαγαζί τους, όχι μόνον όλο το πρωινό, αλλά και το απόγευμα, με τα πόδια σταυρωμένα, λες και τα πόδια έγιναν για να κάθονται και όχι για να στέκονται ή να βαδίζουν, νομίζω, πως τους αξίζει κάθε έπαινος που δεν έχουν αυτοκτονήσει, εδώ και καιρό. ¨
Henry David Thoreau, ¨Πολιτική ανυπακοή, Ζωή χωρίς αρχές, περπατώντας¨, Εκδόσεις: «Διεθνής Βιβλιοθήκη» σελ.38
Στο τέλος μένει αμίλητος, τα μάτια του βουρκώνουν. Τώρα διστάζω εγώ, δεν ξέρω τι να του πω. Τελικά τον ρωτάω να μου πει πως του φάνηκε αυτή η εμπειρία, όπως ακριβώς έκανα και με όλους τους υπόλοιπους. Τον βλέπω να δυσκολεύεται, μου λέει αιφνιδιάστηκα. Δε θέλω να τον φέρω σε δύσκολη θέση. Του προτείνω να μου γράψει αυτά που σκέπτεται. Δέχεται. Μου γράφει το κείμενο και μετά φεύγει λέγοντας ευχαριστώ πολύ. Ανυπομονώ να διαβάσω αυτό που μου έγραψε. Ανοίγω το χαρτάκι και διαβάζω:
¨Αιφνιδιάστηκα, άκουγα και συγκινήθηκα περνώντας. ¨
Labels: discuss walks 1-3
0 Comments:
Post a Comment
<< Home